Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καψά Σητείας
Άποψη Ι.Μονής Τιμίου Προδρόμου Καψά |
Ίδρυση και θέση της Μονής
Μερική άποψη της Μονής |
Τα υπολείματα τοιχογραφίας στο κλίτος του Τιμίου Προδρόμου |
Άλλωστε ή Μονή διατηρεί μιά μορφή πού δέν θυμίζει τά άλλα μοναστήρια πού ιδρύθηκαν στά μέσα του 19ου αιώνα. Επίσης τήν ύπαρξη παλαιότερου Mονυδρίου επιβεβαιώνουν καί τά χαράγματα Χρονολογιών άπό τό 1552 έως τό 1809 (συνήθως Ιερέων πού λειτούργησαν ή προσκύνησαν στήν ερειπωμένη Μονή) καί επιγραφών στήν τοιχογραφία τής κόγχης τού Ιερού Βήματος τού Τιμίου Προδρόμου, πού είναι καί τό μοναδικό τμήμα πού σώζεται από τήν παλαιά Μονή Χαρακτηριστική είναι η επιγραφή στήν τοιχογραφία πού άναφέρει: «Έτει 1698 Δεκέμβριον ήλθα εγώ παπά Μιχαλίς Ρουμπελίς καί επροσχίθησα (επροσκύνησα).
Παναγία Βρεφοκρατούσα εικόνα του τέμπλου 15ος αι. |
Ακόμα, στόν μικρό οικισμό Καλό Νερό, πού συναντάμε λίγο πρίν φθάσουμε στήν Μονή Καψά, υπάρχει ό παλιός τοιχογραφημένος ναός τής Θεοτόκου. Οι τοιχογραφίες δέν βρίσκονται σέ πολύ καλή κατάσταση, αλλά πάνω τους μπορεί κανείς νά διακρίνει ακόμη καί σήμερα πολλά χαράγματα τού 15ου καί τού 16ου αιώνα. Πρόκειται γιά χαράγματα με ονόματα Ελλήνων καί Βενετών προσκυνητών καί χρονολογίες. Δίπλα στό ναό πού ανήκει στήν Ιερά Μονή Καψά, διακρίνονται κελλιά μοναχών τού Μοναστηριού πού ζούσαν εκεί κατά τόν 19ο αι. Σε παλιότερες εποχές πρέπει να υπήρχε εκεί κάποιο μικρό ανεξάρτητο μοναστήρι.
Σύμφωνα με μαρτυρία του Σητειακού ιστοριοδίφη Ν.Ι.Παπαδάκη ο οποίος είχε επισκεφθεί τη Μονή Καψά το 1895 και είχε τήν ευκαιρία να γνωρίσει τους χώρους τής Μονής Καψά από τούς τότε μοναχούς της καί να μάθει πώς τούς είχε βρεί το 1841 ο Όσιος Ιωσήφ Γεροντογιάννης- υπήρχε στό ναό τού Προδρόμου χάραγμα τού 1552. Κατά το ίδιο ιστορικό, στον παλαιό σπηλαιώδη ναό υπήρχε μια παλιά εικόνα «παριστώσα τήν αποτομή τής Τιμίας Κάρας τού Προδρόμου», όπου στό ειλητάριο πού κρατά στό χέρι του ο Πρόδρομος, μέ επιγραφή, πού δέν είναι νεώτερη τού 15ου αίώνα και ανέφερε τά ακόλουθα: «ΟΡΑΣ ΟΙΑ ΠΑΣΧΟΥΣΙΝ, Ω ΘΕΟΥ ΛΟΓΕ: ΟΙ ΠΤΑΙΣΜΑΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΙ ΤΩΝ ΒΔΕΛΥΚΤΕΩΝ; ΕΛΕΓΧΟΝ ΚΑΙ ΜΗ ΦΕΡΩΝ O ΗΡΩΔΗΣ ΤΕΤΜΗΚΕΝ ΙΔΟΥ ΤΗΝ ΕΜΗΝ ΚΑΡΑΝ, ΣΩΤΕΡ».
Ο Τίμιος Πρόδρομος κ σκηνές απο τον βίο του τέμπλο του 1850 |
Αυτές οι ενδείξεις, καθώς καί η γενικότερη μοναστική αναγέννηση τής Κρήτης κατά τόν 15ο αιώνα,πού ήταν συνέπεια κάποιας σχετικής ελευθερίας πού έδωσαν οι Ενετοί στούς Κρητικούς γιά νά έχουν τήν υποστήριξή τους ενώπιον τής επικείμενης Τουρκικής απειλής, οδηγούν στό συμπέρασμα ότι η αρχική ίδρυση τού Μοναστηριού υπολογίζεται γύρω στόν 15ο αιώνα. Τόσο η τοποθεσία που προσφερόταν γιά τήν εγκατάσταση ερημιτών, όσο καί η γενικότερη ασκητική παράδοση καί μοναστική αναγέννηση κατά τήν περίοδο αυτή στήν Κρήτη, μάς οδηγεί στό συμπέρασμα ότι η Μονή ιδρύθηκε από ασκητές στόν ίδιο ακριβώς χώρο πού βρίσκεται σήμερα ίσως και παλαιότερα, όπως μαρτυρεί η αποκάλυψη αρχαιότερου στρώματος τοιχογραφίας με την πτώση μικρού κομματιού επιχρίσματος (σοβά) κατά τή διάρκεια τών εργασιών συντηρήσεως στό Ιερό Βήμα τού κλίτους τού Τιμίου Προδρόμου. Σύμφωνα μέ όλες τίς ενδείξεις ή πορεία του Μονυδρίου διακόπηκε απότομα ύστερα από κάποια πειρατική επιδρομή τού Ι5ου ή του 16ου αιώνα για να συνεχιστεί με την αναβίωση και οργάνωσή της σε κανονική Μονή απο τον Όσιο Ιωσήφ τον Γεροντογιάννη
Ο Όσιος Ιωσήφ με σκηνές από τον βίο του |
Ο Όσιος Ιωσήφ ο Γεροντογιάννης και η ανακαίνιση της Μονής
Ό Ιωάννης Βιτσέντζος ή Γεροντογιάννης γεννήθηκε στό ημιερειπωμένο Μονύδριο τού Τιμίου Προδρόμου Καψά τό 1799. Στά ερειπωμένα κελλιά τής άγονης καί απομονωμένης περιοχής είχαν μεταβεί οί ευσεβείς καί ενάρετοι γονείς του Έμμανουήλ καί Ζαμπία λόγω τουρκικής επιδρομής. Αργότερα όταν ησύχασε ή κατάσταση, διέμειναν μόνιμα στο χωριό Λιθίνες. Όταν ήρθε σέ νόμιμη ηλικία νυμφεύθηκε την κυνηγημένη από τούς Τούρκους Καλλιόπη από τήν οικογένεια τών Γεροντάκηδων Γεροντήδων, η οποία ζούσε κρυμμένη και εκείνη στα νοτιοανατολικά παράλια, φοβούμενη μήπως έχει την ίδια τύχη που είχε η μοναδική αδελφή της, η οποία αυτοκτόνησε για να μην ατιμασθεί απο ένα Τούρκο που είχε ενδιαφερθεί έντονα γι' αυτήν. Γι' αυτό καί ή Καλλιόπη στάλθηκε από τους γονείς της στις ερημικές ακτές τής περιοχής, κοντά στην έρημη τότε Μονή Καψά και τελικά παντρεύθηκε τον Γεροντογιάννη, με τον οποίο απέκτησε τέσσερα παιδιά, τρείς κόρες κι ένα γιό. Ό Γεροντογιάννης ήταν ατίθασος, αλλά ιδιαίτερα ευσεβής. Πολλές φορές είχε γίνει στόχαστρο τών τουρκικών αρχών και τον είχε καταδιώξει ή Τουρκική Αστυνομία. Γι' αυτό συχνά κατέφευγε με την οικογένειά του στο φαράγγι των Περβολακίων, όπου ήταν αδύνατο να τόν ανακαλύψει κανείς. Το περισσότερο διάστημα του έτους διέμεναν στο μετόχι «Κατσαρόλι», κοντά στις Λιθίνες.
Η πρώτη εικόνα του Οσίου Ιωσήφ Γεροντογιάννη |
Σύμφωνα με την παράδοση, κάποια Κυριακή ο Ιωάννης μάζεψε ξύλα και τα φόρτωσε στο ζώο για να τα πουλήσει, όπως συνήθιζε, στα χωριά Αρμένους καί Χανδράς και να αγοράσει κρασί. Πήρε μαζί του και τη σύζυγό του Καλλιόπη και την άφησε στις Λιθίνες για να δεί τους συγγενείς της, ενώ τα παιδιά έμειναν μόνα τους στο μετόχι, Στο γυρισμό ένα κακό προαίσθημα είχε φωλιάσει στην καρδιά τής Καλλιόπης που παρακινούσε συχνά το σύζυγό της να βαδίσει γρηγορότερα. Όταν έφτασαν βρήκαν τη μικρή τους κόρη Ειρήνη καμμένη έξω στο αλώνι, που την είχαν βγάλει τα άλλα αδέλφια της, νομίζοντας ότι ο αέρας θα έσβηνε τη φωτιά που είχε πιάσει το φορεματάκι της...
Το ατύχημα αυτό που επέφερε τον θάνατο της κόρης του, θεωρήθηκε από τον Ιωάννη θεία τιμωρία για τις αμαρτίες του και κυρίως για την καταπάτηση της Κυριακάτικης αργίας. Το γεγονός αυτό σφράγισε τη ζωή του και στάθηκε η αφορμή για να μεταμορφωθεί Έφυγε από το μετόχι και εγκαταστάθηκε μόνιμα στις Λιθίνες. Οι χωριανοί, οι συγγενείς και όσοι τον γνώριζαν διαπίστωναν καθημερινά την «αλλαγή του». Ό σκληρόκαρδος, ευέξαπτος καί εριστικός Ιωάννης μεταμορφώθηκε σε έναν μακρόθυμο, ελεήμονα, πράο και ανεξίκακο άνθρωπο. Η συνειδητή συμμετοχή του στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, οι νηστείες, οι προσευχές, οι ελεημοσύνες και η διαρκής μετάνοια καθάρισαν την καρδιά του, φώτισαν το νού του και μπόρεσε να δεχθεί μια θεία αποκάλυψη, που έμελλε να σταθεί καθοριστική για τη μετέπειτα ζωή του.
Ο τάφος του Οσίου και η θαυματουργός εικόνα του |
'O Γεροντογιάννης Τό έτος 1841 σέ ηλικία 42 έτών έπεσε σε βαθύ ύπνο. Άγγελος Κυρίου τον άρπαξε, όπως τπν Απόστολο Παύλο, σε υψηλή θεωρία και είδε Τις Τάξεις των δικαίων που βρίσκονται σέ ουράνια δόξα και χαρά, αλλά και τις διάφορες τιμωρίες των καταδικασμένων στην αιώνια κόλαση. Μετά από 43 ώρες ξύπνησε χαρούμενος γαλήνιος βλέποντας γύρω του πλήθος από συγγενείς, γειτόνους και συγχωριανούς του, οι οποίοι είχαν μαζευτεί για να δούν από κοντά τί τού συμβαίνει. Ανάμεσα τους και μιά παράλυτη γριά, πάνω στην οποία άπλωσε το χέρι του και λέγοντας κάποια ευχή, τήν θεράπευσε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πολυάριθμων παρευρισκομένων. Αμέσως μετά άρχισε να κηρύττει και να θαυματουργεί. Πολλοί κάτοικοι επαρχίας Σητείας περνούσαν καθημερινά από το σπίτι του για να τον συναντήσουν και να πάρουν την ευλογία του, να δεχθούν τις συμβουλές του και να θεραπευθούν από τις διάφορες ασθένειές τους.
Τα γεγονότα αυτά, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησαν θόρυβο γύρω από το όνομά του. Τη χρονιά αυτή επικρατούσε αναστάτωση λόγω της επανάστασης και ο Γεροντογιάννης θεωρήθηκε ύποπτος από τις Τουρκικές αρχές και διαβλήθηκε ώς επικίνδυυος για τη δημόσια ασφάλεια, διότι τάχα οι συναθροίσεις στο σπίτι του είχαν σκοπούς έπαναστατικούς μέεθρησκευτικό πρόσχημα. Η αλήθεια είναι ότι τον Όσιο Γεροντογιάννη περιέβαλαν κυρίως ασθενείς και ανάπηροι άνθρωποι, στον οποίο κατεύφευγαν για να βρούν ανακούφιση, παρηγοριά και θεραπεία.
Τρείς φορές κλήθηκε για να απολογηθεί ενώπιον του Διοικητού Κρήτης Μουσταφά Πασά. Όμως αυτές οι αλλεπάλληλες διώξεις και προσαγωγές στο Ηράκλειο είχαν το άκριβώς αντίθετο απατέλεσμα, αφού από κάθε χωριό που περνούσε ο διωκόμενος καλόγερος σήμαινε συναγερμός και μαζεύονταν πλήθος κόσμου για να τον χαιρετήσει και να λάβει την ευλογία του. Μάλιστα κατά την τρίτη προσαγωγή τού Γεροντογιάννη συγκεντρώθηκε πλήθος πιστών με αποτέλεσμα να εξοργιστεί ο Διοικητής και να διατάξει τη φρουρά του να διαλύσει μέ βία το πλήθος και να οδηγήσει τον Γεροντογιάννη αμέσως στη φυλακή. Ύστερα από παράκληση ενός Σητειακού συμβούλου του Διοικητού του Ιωάννου Καπετανάκη ή Γαλανάκη από το χωριό Κρυά, επιτράπηκε να πάρει στο σπίτι του τον Γεροντογιάννη, χωρίς όμως να βγαίνει έξω μέχρι να εκδοθεί η απόφαση, η οποία φημολογούνταν ότι θσ ήταν ή εξορία εκτός τής Κρήτης ή φυλάκιση,
Συνέβη, όμως, ο σοβαρός τραυματισμός του μικρού παιδιού τού Διοικητού, που γκρεμίστηκε από τη σκάλα και έμεινε αναίσθητο, χωρίς να μπορεί κανένας ιατρός να το επαναφέρει στίς αισθήσεις του . Η πατρική στοργή ανάγκασε τον Τούρκο Διοικητή να καλέσει τον θαυματουργό θεραπευτή των Ρωμιών τον Γεροντογιάννη, ο οποίος πράγματι μόλις ακούμπησε το χέρι του πάνω στο αναίσθητο παιδί και απήγγειλε μια ευχή, αμέσως το μισοπεθαμένο παιδί απέκτησε τις αισθήσεις του και επανήλθε στη ζωή. Ανάλογη θεραπεία έδωσε και στην πεθερά του Διοικητού την οποία απάλλαξε από χρόνια και ανίατη αρώστια. Τότε ο Τούρκος Διοικητής άφησε ελεύθερο το Γεροντογιάννη να επιστρέψει στο χωριό να συνεχίσει τό φιλάνθρωπο έργο του. Μάλιστα με πολλή εύγνωμοσύνη τού έστειλε πλούσια δώρα στο χωριό του, αλλά έκείνος δέχθηκε νά κρατήσει μόνο 17 κανδύλια για τον ναό της Παναγίας των Λιθινών.
Τότε ό Επίσκοπος Ιεράς καα Σητείας Ιλαρίων συμβούλευσε τον Γεροντογιάννη να πάει σε μία ερημική μακρινή περιοχή, έτσι ώστε να σταματήσουν οι αντιδράσεις και οι καταγγελίες των Τούρκων. Ως καταλληλότερο χώρο δεν μπορούσε να σκεφτεί ο Όσιος άλλο τόπο εκτός από το ημιερειπωμένο Μονύδριο του Καψά, όπου γεννήθηκε, βαπτίσθηκε και νυμφευθηκε.
Έτσι, ή νεώτερη ιστορία τής Μονής αρχίζει μέ απόφαση του νά εγκατασταθεί τό έτος 1841, στήν έρημο τού Καψά. Μετά τό 1840 ή διοίκηση τής Κρήτης από τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά ήταν συχνά ανεκτική Και οί τουρκικές αρχές έδειχναν ανοχή στήν ανακαίνιση μοναστηριών καί στήν επισκευή πολλών ιερών ναών πού είχαν παραμεληθεί γιά αιώνες Έτσι, τό 1841 ό τελευταίος ιδιοκτήτης τής περιοχής στήν οποία βρισκόταν καί τό ερειπωμένο Μονύδριο τού Τιμίου Προδρόμου, Χατζη-Νικόλαος Ζαφείρης, από τό χωριό Αγία Τριάδα Σητείας, ό οποίος τήν είχε αγοράσει από τόν Τούρκο Δερβίς Αγά Χατζαριφάκη παραχώρησε τό σπηλαιώδη ναό καί τή γύρω από το έρημο Μονύδριο έκταση στόν Όσιο Ιωσήφ τόν Γεροντογιάννη, ιδρυτή καί ανακαινιστή τής Μονής.
Ό Όσιος ήταν εντελώς αγράμματος καί δέν άφησε γραπτά στοιχεία γιά νά γνωρίζουμε μέ σιγουριά τί βρήκε στόν Καψά τότε. Βέβαιο είναι ότι υπήρχε ό ναός τού Αγίου Ιωάννου, πού και προσέλκυε πολλούς πιστούς από τά γύρω χωριά καθώς καί δύο οικήματα δίπλα στό ναό. Υπήρχε ακόμα ένα πηγάδι μέ υφάλμυρο νερό, είκόνα που μαρτυρεί τήν προΰπαρξη μοναστηριού, πάνω στα ερείπια τού οποίου κτίσθηκε ή νέα Μονή. Τό έγκαταλελειμμένο Μονύδριο άρχισε πάλι νά αποκτά καί νά συρρέουν προσκυνητές καί άσθενείς ήθελαν νά γνωρίσουν Τόν ίδιότυπο έρημίτη καί έπσαν τήν εόλογία του γιά τή θεραπεία των ασθενειών τους. Ό Οσιος Ι'εροντογιάννης έμενε σ' ένα σπήλαιο γιά δεκαεπτά χρόνια βορενιδυτικά τού σπηλαιώδους ναού καί τά παλιά κελλιά παραχωρήθηχαν στούς πολυάριθμους προσκυνητές, Ενώ άρκετοί ήταν καί οί ύποψήφιοι μοναχοί πού ήθελαν νά μονάσουν δίπλα στόν Ερημίτη, ώστε νά άρχίσει νά δημιουργείται ό πυρήνας τής πρώτης συνοδείας του.
Τά γεγονότα αύτά επέβαλαν τήν άνακαίνιση τής Μονής, Τήν έπισκευή τών παλιών κτιρίων καί τήν άνέγερση νέων. Οί οίκοδομικές έργασίες συνεχίστηκαν γιά άρκετά χρόνια, μέ έξαίρεση μία διακοπή τό 1858, όπου ό Γεροντογιάννης γιά πέντε μήνες κατέφυγε στήν Κάσο, λόγφ μιάς νέας έπανάστασης πού ξέσπασε στήν τουρκοκρατούμενη Κρήτη.
Άποψη του Καθολικού |
Τό 1861 προστέθηκε καί τό δεύτερο κλίτος Αγίας Τριάδος στό Καθολικό τής Μονής μέσα στό βράχο, Τά κτίσματα οίκοδομήθηκαν σέ τέσσερα έπίπεδα καί περιελάμβαναν κελλιά, ξενώνα, τράπεζα, μαγειρείο, φούρνο, άποθήκες καί μιά μεγάλη ύδατοδεξαμενή γιά τή συλλογή τών όμβρίων ύδάτων. Τό 1863 τό μοναστήρι ήταν έντελώς έτοιμο καί ό τότε Έπίσκοπος Ιεράς καί Σητείας Ιλαρίων τέλεσε τά έγκαίνια τοϋ Καθολικού τής Μονής καί προχείρισε τόν κατά κόσμο Ίωάννη σέ Μεγαλόσχημο Μοναχό, μετονομάζοντάς τον σέ Ίωσήφ.
Ό Όσιος Γεροντογιάννης έξακολουθοϋσε νά παραμένει στή Μονή Καψά μέχρι πού ξέσπασε ή έπανάσταση τοϋ 1866, καί τότε φοβούμενος μήπως οί κατακτητές καταστρέψουν τό μοναστήρι, άποφάσισε νά έγκατασταθεϊ μαζί μέ τη συνοδεία του σε ένα παλιό ξεχασμένο καί έγκαταλελειμμένο μοναστήρι τήν Άγία Σοφία, πού βρίσκεται στό οροπέδιο τών Άρμένων στή μέση περίπου τής επαρχίας Σητείας. Στή Μονή Καψά άφησε μόνο ένα μοναχό μέχρι τό 1870. Ό Όσιος καί στήν Άγία Σοφία άσχολήθηκε μέ τήν έκ βάθρων άνακαίνιση της Μονής καί τήν καλλιέργεια τών κτημάτων της, ώστε μέσα σέ σύντομο χρονικό διάστημα μεταμόρφωσε κυριολεκτικά τήν περιοχή, γεγονός που προκάλεσε τόν 0αιηιασιιό όλων. Έπειδή καί έκεί πήγαιναν πολλοί προσκυνητές άπό τά γύρω χωριά γιά να τον συναντήσουν, έπεσε θύμα συκοφαντίας, όπότε επέστρεψε στήν άρχική Μονή του, ύστερα άπό εντολή τού τότε Έπισκόπου Ίεράς καί Σητείας Νεοφύτου.
Ήταν εύρύτατα γνωστό ότι ό "Οσιος σταύρωνε τό νερό τής θάλασσας καί γινόταν γλυκό. Ακόμα έριχνε τό ράσο του στή θάλασσα καί τό χρησιμοποιούσε ώς σχεδία γιά νά μεταβαίνει τακτικά χάριν ήσυχίας στό Κουφονήσι, νησί πού άπέχει άρκετά μίλια άπό τή Μονή. Έπίσης ό Όσιος είχε προορατικό χάρισμα, γι' αύτό ξεχώριζε τά κλεμμένα προίόντα πού συχνά οί προσκυνητές τοϋ έφερναν ώς δώρα, ζητώντας μάλιστα άπ' αύτούς πού τά έφερναν νά τά γυρίσουν πίσω.
Η πολυχρόνια καί ύπεράνθρωπη άσκηση σώματος γρήγορα έξεθένησαν τό σώμα του καί ή φωνή του λεπτύνθηκε, ώστε μετά βίας μπορούσαν νά άκούσουν οί παρευρισκόμενοι όσα τούς έλεγε. Τούς τελευταίους μήνες τής ζωής του παρέμενε στό κελλί του κλινήρης. Προείδε τόν θάνατό του καί προσκάλεσε πρίν τήν έκδημία του πρός τόν Κύριο όλη τήν Συνοδεία στό κελλί του γιά νά τούς ζητήσει συγχώρηση καί νά τούς δώσει τίς τελευταίες συμβουλές του. ΄Αφησε διάδοχο του τόν Μοναχό Ανανία, προείπε ό,τι θά συμβεί στή Μονή μετά τόν θάνατό του καί όρισε τήν ακριβή ήμερα καί ώρα του θανάτου του. Από τόν έγγονό του Ίωσήφ, Διάκονο τότε, καί τόν Ίερομόναχο Γεννάδιο ζήτησε νά λειτουργήσουν μαζί καί νά τόν κοινωνήσουν τών Άχράντων Μυστηρίων,
Η Τιμία Κάρα και τα Άγια λείψανα του Οσίου Ιωσήφ |
Στίς 6 Αύγούστου τοϋ ετους 1874, αφού κοινώνησε, κάλεσε πάλι τούς Πατέρες στό κελλί του, τούς ζήτησε ξανά συγχώρηση, έκανε οό σημείο τού Σταυρού, πλάγιασε δεξιά καί άφού σταύρωσε τά χέρια του όσιακά παρέδωσε τήν μεταμορφωμένη ψυχή του στόν μεταμορφωθέντα Κύριο.
Ή σωρός του έγινε λαϊκό προσκύνημα καί πολύς κόσμος κατέκλυζε καθημερινά τή Μονή γιά νά τόν προσκυνήσει καί νά τόν άποχαιρετίσει, ώστε έμεινε έπί τρείς μέρες άταφος. Τάφηκε στίς 9 Αύγούστου 1874 μέσα στήν Έκκλησία τού Τιμίου Προδρόμου στή νοτιοδυτική γωνία σέ πέτρινο λαξευμένο τάφο από τόν έγγονό του καί μετέπειτα ήγούμενο Μονής Άρχιμ. Ίωσήφ Γεροντάκη. Αυτός, κινούμενος από την εύλάβεια τοϋ εύσεβοϋς λαού πρός τον Όσιο, άνεκόμισε στή συνέχεια τήν τιμία Κάρα του Αγίου, τήν όποία και άπέθεσε στό πάνω μέρος τού τάφου. Άπό τήν κοίμηση τού Οσίου ή εύλάβεια τών πιστών πρός τόν "Οσιο ηταν άμείωτη καί μάλλον μέρα μέ τήν ήμέρα αύξανε και διαδιδόταν άπό γενεά σέ γενεά. Οί προσερχόμενοι στό Μοναστήρι, προσκυνούσαν τήν κάρα τού Οσίου, όπως και τήν είκόνα του, ένώ έπαιρναν καί χώμα άπό τόν τάφο ώς εύλογία καί θεραπεύονταν.
Ή άνακομιδή τών λειψάνων τού Όσίου Ιωσήφ εγινε στίς 7 Μαΐου του έτους 1982, δηλαδή 108 χρόνια άπό τήν κοίμησή του, ύστερα άπό όλονύκτια άγρυπνία. Τά ίερά λείψανα τοποθετήθηκαν μέσα σέ άργυρή λάρνακα μαζί μέ τήν τίμια κάρα του σέ περίβλεπτη θέση τού ναού καί έκπέμπουν άρρητη εύωδία.
Η Μονή Καψά κατά τούς νεώτερους χρόνους
Λίγα χρόνια μετά τήν κοίμηση τοϋ Όσίου τοϋ Γεροντογιάννη, άνάλαβε τήν ήγουμενία ο εγγονός του Άρχιμ. Ίωσήφ Γεροντάκης, ό όποϊος συνέχισε το έργο τού παππού του έπιδεικνύοντας σπάνιες διοικητικές άρετές καί μεγάλη δραστηριότητα. Οικοδόμησε νέα κελλιά, άγόρασε κτήματα καί έφερε νερό άπό τήν πηγή τών Αγίων Σαράντα. Επί ήγουμενίας του, νέοι Μοναχοί έγκαταστάθηκαν στό Μοναστήρι καί τό 1881 ή Μονή άριθμοϋσε πέντε μοναχούς καί πέντε κοσμικούς κατοίκους.
Τό 1900 όταν δημοσιεύθηκε ό καταστατικός Χάρτης τής Έκκλησίας τής Κρήτης (Νόμος 276 της Κρητικής Ι1ολιτείας) ή Μονή Καψά χαρακτηρίσθηκε διαλυτέα καί προσαρτίθηκε στήν Ιερά Μονή Παναγίας Ακρωτηριανής καί Άγ. Ιωάννου Θεολόγου Τοπλού. Ο τότε ηγούμενος Άρχιμ. Ιωσήφ Γεροντάκης δέν δέχθηκε τήν απόφαση αύτή καί κατέφυγε στό νησί Σύμη, όπου του δόθηκε ενορία καί παρέμεινε έκεί μέχρι τό τέλος τής ζωής του, τό 1933, άφήνοντας φήμη ένάρετου πνευματικού.
Ή Μονή παρέμεινε γιά πολύ χρόνο έξάρτημα Τής Μονής Τοπλού, τό Ήγουμενοσυμβούλιο τής όποίας φρόντιζε καί έστελνε Ιερομονάχους γιά νά έξυπηρετούν. Άνάμεσά τους οί Άρχιμ. Μεθόδιος Βρυγιωνάκης, Ιάκωβος Τσιριλάκης, Ιλαρίων Συντυχάκης. Κύριλλός Κατσογρεσάκης, Ίάκωβος Σφενδουράκης ν,.ά,
Η περίτεχνη εξωτερική θύρα του Ιερού Ναού και πιο ψηλά το περίτεχνο καμπαναριό |
Άξιοσημείωτη είναι καί ή έθνική δράση της Μονής κατά τήν Ίταλογερμανική κατοχή τοϋ 1940 Πολλοί Έλληνες πατριώτες άλλά καί Άξιωματικοί καί στρατιώτες τών συμμαχικών δυνάμεων εύρισκαν καταφύγιο στήν έρημη αύτή περιοχή γιά νά διαφύγουν στή συνέχεια στήν Αίγυπτο μέ ύποβρύχια καί πλοία. Ό τότε Ηγούμενος Ίλαρίων Συντυχάκης καί οί δόκιμοι μοναχοί τροφοδοτούσαν και περιέθαλπαν τούς κυνηγημένους άπό τά στρατεύματα κατοχής συμμάχους στρατιώτες, άν καί γνώριζαν καλά ότι σύμφωνα μέ τήν ίσχύουσα διαταγή, ό συλλαμβανόμενος νά ύποθάλπει ξένους στρατιώτες καί νά βοηθεί στήν διαφυγή τους θά τιμωρούνταν μέ τήν ποινή τοϋ θανάτου. Παρά τίς βίαιες προσαγωγές τους, τίς άνακρίσεις καί τά βασανιστήρια δέν όμολόγησαν τήν προστασία των αντιστασιακών και την λειτουργία ασυρμάτου. Είχαν επιστρατευτεί στον αγώνα κατά των κατακτητών όχι επειδή απέβλεπαν σε ανταμοιβή δάφνες και υστεροφημία αλλά απο αγάπη προς τον Θεό και την Πατρίδα. Αυτό εξόργισε τους Γερμανούς περισσότερο, οί όποιοι υποπτεύονταν την κατασκοπευτική δράση των Ελλήνων στην Μονή Καψά, ώστε τό Νοέμβριο τοϋ 1943 κήρυξαν την περιοχή τής Μονής νεκρή ζώνη και διέταξαν τον Ήγούμενο καί όσους διέμεναν έκεί να εγκαταλείψουν τήν Μονή άμέσως.
Αργότερα μετά τη λήξη του πολέμου ο Ιερομόναχος Ιλαρίων έπανήλθε στή Μονή και ασχολήθηκε με την άνασυγκρότησή της. Από τότε συνεχίζει η πορεία της, μέ μικρό αριθμό μοναχών. Σημαντική ύπήρξε καί ή συμβολή τής Γερόντισσας Αγαθαγγέλης Καρύδη, ή όποία πάνω άπό πενήντα χρόνια προσφέρει τίς ύπηρεσίες της στή Μονή, χωρίς νά άφήσει τό κανδύλι του Άγίου σέ καιρούς δύσκολους νά σβήσει, όπως χαρακτηριστικά διηγείται μέχρι σήμερα στούς προσκυνητές. Τό 1975 έγκαταστάθηκε στή Μονή ό σημερινός Ηγούμενός της, Άρχιμ. Μεθόδιος Περάκης, ό όποϊος άγωνίζεται μέ τήν έργατικότητα καί τόν ζήλο πού τόν διακρίνουν γιά τήν άνακαίνιση καί τόν έξωραϊσμό τών κτιριακών έγκαταστάσεων καί τήν καλλιέργεια τής γής, έχοντας βοηθό καί συνεργάτη τόν Ίερομόναχο π. Εύγένιο. Ήδη έκπονεϊται άπό τούς άρμόδιους Μηχανικούς ή σχετική άρχιτεκτονική μελέτη καί σύντομα θά άρχίσουν οί έργασίες άνακαινίσεως συντηρήσεως όλόκληρου τού μοναστικού συγκροτήματος.
Ό έπισκέπτης μπορεί νά θαυμάσει τόσο τό γαλήνιο καί σαγηνευτικό τοπίο μέ θέα τό άπέραντο γαλάζιο του Λυβικού πελάγους πού θυμίζει τη Μονή Σινά ή τά Καρούλια τού Άγίου Όρους καί στή συνέχεια νά γευθεί τή μοναστηριακή φιλοξενία μέ τό καθιερωμένο κέρασμα κάτω από τίς κληματαριές πού σκεπάζουν τήν αύλή. Άκόμα άξιο θαυμασμού είναι το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό δάπεδο τού καθολικού πού είναι στρωμμένο μέ πέτρες άπό τή θάλασσα, ή διάταξη τών όποίων σχηματίζει διακοσμητικά σύνολα καί θρησκευτικά σύμβολα καί τό έξαιρετικής τέχνης ξυλόγλυπτο τέμπλο μέ τόν καλαίσθητο διάκοσμό του.
Ο Τίμιος Πρόδρομος-φορητή εικόνα από την Ι.Μ.Καψά 15ος αι. |
Άκόμη ό προσκυνητής μπορεί νά ασπασθεί τήν θαυματουργό είκόνα τοϋ Τιμίου Προδρόμου, τόν τάφο καί τά ίερά λείψανα του κτίτορα της Μονής Όσίου Ίωσήφ, τά ίερά λείψανα πολλών αγίων, όπως τοϋ Τιμίου Προδρόμου, τοϋ Μεγάλου„ Βασιλείου, τών Αγίων Παντελεήμονος, Ελευθερίου, Μοδέστου, Χαραλάμπους, Μιχαήλ, Έπισκόπου Σινάδων, Ίωάννου του έξ Άγαρηνών, Άναργύρων, Μεθοδίου τού έν Νιβρύτω κ. ά., καθώς καί τεμάχιο Τιμίου Ξύλου άπό τόν Τίμιο Σταυρό τοϋ Κυρίου μας.
Η είσοδος του σπηλαίου που ασκήτεψε ο Όσιος Ιωσήφ |
Έπίσης άναπόσπαστο καί έπισκέψιμο τμήμα τής Μονής αποτελεί τό σπήλαιο πού ασκήτευσε ό Όσιος Ίωσήφ ό Γεροντογιάννης έπί 17 όλόκληρα. Βρίσκεται δυτικά πάνω άπό τή Μονή σέ άπόσταση περίπου 100 μέτρων. Ό επισκέπτης μέσω κατάλληλα δημορφωμένου μονοπατιού διέρχεται μέσα από τη Μονή γιά νά ανέβει από τήν πίσω πλευρά στό σπήλαιο πού βρίσκεται σέ μιά γρανιτένια κάθετη πλευρά τοϋ φαραγγιού τών Περβολακίων. "Εχει σταλακτίτες και καί ρέει συνεχώς αγίασμα.
Χαρακτηριστική λεπτομέρεια του περίτεχνου βοτσαλωτού δαπέδου του Καθολικού |
Η Μονή πανηγυρίζει στίς 29 Αύγούστου, μνήμη τής άποτομής τής Τιμίας Κεφαλής τοϋ Προδρόμου μέ τή συμμετοχή χιλιάδων πιστών άπό τίς Έπαρχίες Ίεράπετρας καί Σητείας, πολλοί άπό τούς όποίους καταφθάνουν μέ τά πόδια. Έπίσης, μέ Ιδιαίτερη εύλάβεια καί όλονύκτια άγρυπνία έορτάζεται ή μνήμη τοϋ Οσίου Ίωσήφ τοϋ Γεροντογιάννη στίς 7 Αύγούστου καί ή άνακομιδή τών ίερών λειψάνων του Τήν Τετάρτη τής Διακαινισίμου Έβδομάδος. Άκόμη, καθιερωμένη είναι ή όλονύκτια άγρυπνία τό βράδυ τής 6ης πρός 7η Ίανουαρίου, εορτή τής Συνάξεως τοϋ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστού Ίωάννου.
Πηγή πληροφοριών : Eγκόλπιο ημερολόγιο 2004 της Ιεράς Μητρόπολης Ιεραπύτνης & Σητείας
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστώ για την επίσκεψη! Παρακαλώ σχολιάστε μόνο για να προσθέσετε επιπλέον πληροφορίες για το θέμα.